Ανοίγει την μεγάλη τσάντα, βγάζει το μικρό τσαντάκι, κλείνει την μεγάλη τσάντα, ανοίγει το μικρό τσάντακι, βάζει μέσα το εισιτήριο, κλείνει το μικρό τσαντάκι, ανοίγει την μεγάλη τσάντα, βάζει μέσα το μικρό τσαντάκι, κλείνει την μεγάλη τσάντα.
Και κάπως έτσι το κείμενο του Δημήτρη Ψαθά με ακολουθεί κάθε φορά που βλέπω ειδήσεις. Δεν έχω τηλεόραση σπίτι μου. Αν όμως κάνω επίσκεψη κάπου η τηλεόραση είναι ανοιχτή. Και αρχίζω και νιώθω άβολα. Θυμάμαι πάντα την τσάντα με το τσαντάκι. Την αγωνία. Από την μία είδηση στην άλλη. Και είναι συνήθως κακές οι ειδήσεις.
Στην αρχή νόμιζα ότι απλά έτσι είναι ο κόσμος. Μέχρι που έμαθα ότι απλά ο κόσμος ενδιαφέρεται να μαθαίνει πιο πολύ τι πάει στραβά παρά τι πάει σωστά, όμορφα, τι λειτουργεί εύρυθμα και με συνέπεια.
Οι κακές ειδήσεις φέρνουν στην επιφάνεια τα προστατευτικά μας ένστικτα. Θέλουμε να ξέρουμε πού υπάρχει κίνδυνος να προφυλαχτούμε. Να προφυλάξουμε την ήρεμη και εύθραυστη ειρήνη και ευημερία που ζούμε. Και λέω ήρεμη και εύθραυστη γιατί δυστυχώς πάντα γίνονται πόλεμοι και δολοφονίες, δολοπλοκίες από διαφθορείς με έντονο εγωισμό.
Δεν μπορούμε να ελέγξουμε τι θα δείξουν τα κανάλια. Μπορούμε όμως πλέον να κλείσουμε τις τηλεοράσεις και να φτιάξουμε τις δικές μας ειδήσεις. Τις καλές. Εκείνες που θα θυμόμαστε και θα τις αναφέρουμε σε ιστορίες που μας εμπνέουν και μας κάνουν να έχουμε ένα αχνό χαμόγελο σε περιπτώσεις δύσκολες.
Τα κοινωνικά δίκτυα ανέδειξαν και τέτοιες ιστορίες. Ενα παιδί που παίζει με το σκυλάκι του. Μια γιαγιά που παίζει με το εγγόνι της. Μια ζωγράφος να δείχνει πώς τελικά δουλεύει στο εργαστήρι της. Ενα κορίτσι που συνεχίζει να παλεύει παρά τις πτώσεις και τελικά τα καταφέρνει.
Ολες αυτές οι μικρές καθημερινές ιστορίες με ένα συγκεκριμένο μάθημα που θέλουμε όλοι να πάρουμε και να το φυλάξουμε σαν επτρασφράγιστο μυστικό σε μια γωνία του μυαλού μας μόνο για να το ανακαλέσουμε όταν θα το έχουμε ανάγκη. Οι κακές ειδήσεις τρέχουν, αλλά οι καλές πάντα επικρατούν.